grec » allemand

Traductions de „παράβαση“ dans le dictionnaire grec » allemand (Aller à allemand » grec)

παράβασ|η <-εις> [paˈravasi] SUBST f

1. παράβαση (λόγου, υπόσχεσης, όρκου, δικαίου):

παράβαση
Bruch m
παράβαση μιας υπόσχεσης
παράβαση του δικαίου
παράβαση του δικαίου
παράβαση καθήκοντος

2. παράβαση (νόμου):

παράβαση του νόμου
παράβαση του νόμου
παράβαση του καθήκοντος

3. παράβαση (συμφωνίας, κανόνα):

παράβαση

4. παράβαση (παράπτωμα):

παράβαση
τροχαία παράβαση

Expressions couramment utilisées avec παράβαση

παράβαση f καθήκοντος
φορολογική παράβαση
παράβαση καθήκοντος
τροχαία παράβαση
παράβαση f του δικαίου
παράβαση μιας υπόσχεσης
παράβαση του δικαίου
παράβαση του νόμου
παράβαση του καθήκοντος

Voulez-vous ajouter des mots, des phrases ou des traductions ?

Proposez de créer une nouvelle entrée pour un mot.

Page en Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский