grec » allemand

Traductions de „συγκόλληση“ dans le dictionnaire grec » allemand

(Aller à allemand » grec)

συγκόλλησ|η <-εις> [siŋˈgɔlisi] SUBST f

1. συγκόλληση (με κόλλα):

συγκόλληση

2. συγκόλληση (ηλεκτροκόλληση, οξυγονοκόλληση):

συγκόλληση
αυτογενής συγκόλληση
επαγωγική συγκόλληση
συγκόλληση εν ψυχρώ

3. συγκόλληση (με καλάι):

συγκόλληση
Löten nt
σκληρή συγκόλληση

4. συγκόλληση MÉD (μεταξύ αντισωμάτων και αντιγόνων):

συγκόλληση

Expressions couramment utilisées avec συγκόλληση

αυτογενής συγκόλληση
επαγωγική συγκόλληση
σκληρή συγκόλληση
συγκόλληση εν ψυχρώ

Voulez-vous ajouter des mots, des phrases ou des traductions ?

Proposez de créer une nouvelle entrée pour un mot.

Page en Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский