grec » allemand

Traductions de „καλλιέργεια“ dans le dictionnaire grec » allemand (Aller à allemand » grec)

καλλιέργεια [kaliɛrˈjia] SUBST f

1. καλλιέργεια (γης):

καλλιέργεια

2. καλλιέργεια (φυτών):

καλλιέργεια
Anbau m
καλλιέργεια
καλλιέργεια σιτηρών
βιομηχανική καλλιέργεια
εντατική καλλιέργεια

3. καλλιέργεια (μαργαριταριών):

καλλιέργεια

4. καλλιέργεια (γλώσσας, επιστήμης):

καλλιέργεια
Pflege f

5. καλλιέργεια (μόρφωση):

καλλιέργεια
Kultur f
άνθρωπος με καλλιέργεια

Expressions couramment utilisées avec καλλιέργεια

καλλιέργεια σιτηρών
βιομηχανική καλλιέργεια
εντατική καλλιέργεια
άνθρωπος με καλλιέργεια

Voulez-vous ajouter des mots, des phrases ou des traductions ?

Proposez de créer une nouvelle entrée pour un mot.

Page en Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский