grec » allemand

σχηματισμός [sçimatizˈmɔs] SUBST m

σχηματισμός
σχηματισμός αερίου
σχηματισμός κεφαλαίου
σχηματισμός λέξεων
σχηματισμός περιουσίας
σχηματισμός των τιμών

κυτταρικός σχηματισμός SUBST

Entrée d'utilisateur
κυτταρικός σχηματισμός
Zellbildung, -erneuerung

κυτταρικός σχηματισμός SUBST

Entrée d'utilisateur
κυτταρικός σχηματισμός
Zellbildung, -erneuerung

Expressions couramment utilisées avec σχηματισμός

σχηματισμός m ρωγμών
σχηματισμός m συγκριμάτων
σχηματισμός m αποθεματικού
σχηματισμός m κεφαλαίου
σχηματισμός m άλω
σχηματισμός περιουσίας
σχηματισμός αερίου
σχηματισμός κεφαλαίου
σχηματισμός λέξεων
σχηματισμός m των τιμών
σχηματισμός m ίδιου κεφαλαίου
σχηματισμός m χρηματικού κεφαλαίου
σχηματισμός m της δοτικής
σχηματισμός των τιμών

Voulez-vous ajouter des mots, des phrases ou des traductions ?

Proposez de créer une nouvelle entrée pour un mot.

Page en Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский