grec » allemand

δείκτης [ˈðiktis], δείχτης [ˈðixtis] SUBST m

1. δείκτης (σε μηχάνημα, ρολογιού):

δείκτης
Zeiger m
δείκτης λαδιού

3. δείκτης (οδικός):

οδικός δείκτης
οδικός δείκτης

4. δείκτης (δάχτυλο):

δείκτης
δείκτης CHIM
δείκτης CHIM

Voulez-vous ajouter des mots, des phrases ou des traductions ?

Proposez de créer une nouvelle entrée pour un mot.

Page en Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский