grec » allemand

αριθμός [ariθˈmɔs] SUBST m

1. αριθμός (νούμερο):

αριθμός
Zahl f
απόλυτος αριθμός
τακτικός αριθμός
αλγεβρικός αριθμός
άρρητος αριθμός, ασύμμετρος αριθμός
ατομικός αριθμός PHYS
αύξων αριθμός
αφηρημένος αριθμός
δεκαδικός αριθμός
αριθμός ελέγχου
αριθμός IP INFOR
κβαντικός αριθμός
κλασματικός αριθμός
κυβικός αριθμός
αριθμός κυκλοφορίας
αριθμός μητρώου
αριθμός λογαριασμού FIN
μαγικός αριθμός PHYS
μιγαδικός αριθμός MATH
μικτός αριθμός MATH
αριθμός παραγγελίας
πραγματικός αριθμός MATH
πρώτος αριθμός MATH
αριθμός πτήσης
ρητός αριθμός
αριθμός σπιτιού
σχετικός αριθμός
αριθμός τηλεφώνου
τυχαίος αριθμός
φανταστικός αριθμός
φυσικός αριθμός
der erste

2. αριθμός (ψηφίο):

αριθμός
Ziffer f

3. αριθμός LING:

ενικός αριθμός
ενικός αριθμός
πληθυντικός αριθμός
πληθυντικός αριθμός
Plural m

4. αριθμός (ποσό):

αριθμός
Zahl f
ο αριθμός των ατυχημάτων
χρωμοσωμικός αριθμός
μαζικός αριθμός PHYS

ενικός (αριθμός) [ɛniˈkɔs (ariθˈmɔs)] SUBST m

πληθυντικός (αριθμός) [pliθindiˈkɔs (ariθˈmɔs)] SUBST m

Voulez-vous ajouter des mots, des phrases ou des traductions ?

Proposez de créer une nouvelle entrée pour un mot.

Page en Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский