grec » allemand

Traductions de „είσοδος“ dans le dictionnaire grec » allemand (Aller à allemand » grec)

είσοδος [ˈisɔðɔs] SUBST f

1. είσοδος (πόρτα κτλ):

είσοδος
κύρια είσοδος
μπροστινή είσοδος
πίσω είσοδος

2. είσοδος (για όχημα):

είσοδος

3. είσοδος (η πράξη: σε κτήριο, σε αίθουσα, σε επιτροπή):

είσοδος
απαγορεύεται η είσοδος!

4. είσοδος (πράξη: με όχημα):

είσοδος

5. είσοδος (η αρχή):

είσοδος

6. είσοδος (στρατευμάτων):

είσοδος
Einzug m

7. είσοδος (σε ηλεκτρονική συσκευή):

είσοδος

8. είσοδος (σε μηχανή: για υγρό ή αέρα):

είσοδος

9. είσοδος (ταξιδεύοντας: σε χώρα):

είσοδος
η είσοδος σε μια χώρα

Expressions couramment utilisées avec είσοδος

κύρια είσοδος
μπροστινή είσοδος
πίσω είσοδος
απαγορεύεται η είσοδος
απαγορεύεται η είσοδος!
η είσοδος σε μια χώρα

Voulez-vous ajouter des mots, des phrases ou des traductions ?

Proposez de créer une nouvelle entrée pour un mot.

Page en Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский